8 Σεπτεμβρίου 2017

Το Ποίημα της Ομάδας από το τριήμερο σεμινάριο Δημιουργικής –Ανατρεπτικής Γραφής στην Ερμιόνη.



Κόπηκε η εξέδρα  απ΄ το εστιατόριο
Οι πελάτες μετέωροι κι ο σερβιτόρος με το ένα πόδι στη στεριά.
Ο γλυκός αγαπημένος θείο Κυριάκος
Χαμογελούσε στο Κουφονήσι
Θέλω να γελάς
Θα φτάσουμε μαζί να διώξουμε τα σύννεφα!
Το κορίτσι πέταξε πάνω από την παραμυθένια πόλη
Λευκό άλογο, γυμνό κορίτσι .Πορεία στην αθωότητα
Είναι αλήθεια!  Δεν πατάω στη γη.
Έχω φτερά! Πετάω! Μη φεύγεις ,έρχομαι!
Τρέχω. Μη με κυνηγάς πια, λαχάνιασα
Πετάω μακριά.
Πήγες στο απροσδιόριστο. Φεύγεις.
Θέλω να σε αγγίξω.
Μεταμφιεσμένος έρχεσαι και κάτω από το
Μασκάρεμα με αφήνεις.
Στις Συρακούσες δειλινό
Πέρασε γρήγορα, χάθηκε, δε πρόλαβα να δω πρόσωπο
Μα τρόμαξα, τρόμαξα πολύ
Η σκάλα κατεβαίνει βαθιά στο χώμα,
στο σκοτάδι μπαούλο με  τα πτώματα
Στο άπλετο καθαρό φως η φωνή του στρίγγλιζε στα αυτιά μου
Μονότονα την ίδια λέξη «εσύ, εσύ, εσύ»
Το μαύρο άλογο τρέχει από πίσω μου
Ο αναβάτης φοράει μαύρα, τρέχω να γλιτώσω,
Μπαίνω στην αυλή…..παρακολουθώ
Τα μάτια των μικρών παιδιών
όνειρα  μεταλλαγμένων , μεγάλων ανθρώπων
Μαζί με εσένα μαζί με εμένα ονειρεύτηκα
Είναι αλήθεια;
Σ’αγάπησα;  Δάκρυσα!
Τα δάκρυα μου, μαύρα δαμάσκηνα